Τετάρτη 17 Απριλίου 2024

Διαβάζοντας Φρόυντ: «Τρία ιστορικά ασθενείας»

Ο Ράττενμαν

Ο Πρόεδρος Σρέμπερ

Ο Βόλφσμαν

 

«Πώς δούλευε ο Φρόυντ με τους ασθενείς του; Από πού αντλούσε υλικό για τις θεωρίες του, αλλά και πως χρησιμοποιούσε τις θεωρίες του ως ψυχαναλυτής, ως γιατρός που ασκούσε και εφάρμοζε την ψυχανάλυση πρακτικά για θεραπευτικούς σκοπούς;

Είναι ευτύχημα που ο μεγάλος θεωρητικός Φρόυντ μας επέτρεψε με τα ιστορικά ασθενείας που κατέγραψε να τον παρακολουθήσουμε και στην πρακτική του. Από το πλήθος των ασθενών του ξεχώρισε τις χαρακτηριστικές εκείνες περιπτώσεις, τους υποδειγματικούς ασθενείς, όπως τους αποκαλούσε, που συγκεντρώνουν στο πρόσωπό τους σε έντονον και συχνά ακραίον βαθμό διαταραχές, βλάβες και πάθη που τους καθιστούν υποδειγματικούς , κατάλληλους κατά συνέπεια να αποδώσουν και υποδειγματικές αναλύσεις.

Αυτά τα τρία ιστορικά ασθενείας, που αντιστοιχούν στις περιπτώσεις τριών διάσημων ασθενών του Φρόυντ, του Ράττενμαν, του Προέδρου Σρέμπερ και του Βόλφσμαν, είναι λοιπόν αναλύσεις που διέρρηξαν την ιατρική εχεμύθεια και την υπό μορφή σημειώσεων πρόχειρη καταγραφή ιδιωτικής χρήσης και εξελίχθηκαν σε ανοιχτές ανακοινώσεις, σε πρακτικά εγχειρίδια θεωρίας και τεχνικής» (από το οπισθόφυλλο).

Μία από τις περιπτώσεις του βιβλίου είναι η περίπτωση του Βόλφσμαν, ο οποίος «είχε οχυρωθεί επί μακρό διάστημα στο απυρόβλητο μιας στάσης που χαρακτηριζόταν από ευπειθή απάθεια. Άκουγε, καταλάβαινε και δεν άφηνε τίποτε να τον αγγίξει. Η ανεπίληπτη νοημοσύνη του ήταν σαν αποκομμένη από τις ορμικές δυνάμεις που διακατείχαν τη συμπεριφορά του στις λίγες ζωτικές σχέσεις που του είχαν απομείνει. Απαιτήθηκε μακρόχρονη αγωγή, ώστε να παρακινηθεί τελικά να συμμετάσχει αυτοτελώς στην εργασία, και όταν ως αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας εμφανίσθηκαν τα πρώτα δείγματα απελευθέρωσης, διέκοψε αμέσως τη συνεργασία, για να αποτρέψει τις παραπέρα αλλαγές και να διατηρήσει την διαμορφωμένη κατάσταση που τον βόλευε. Ο φόβος του να σταθεί στα πόδια του ανεξάρτητος βάραινε περισσότερο από όλα τα ενοχλήματα της αρρώστιας. Για την υπέρβασή του υπήρχε ένας και μόνο τρόπος. Ήμουν αναγκασμένος να περιμένω, ώσπου ο δεσμός του με το πρόσωπό μου να γίνει αρκετά ισχυρός και να υπάρξει ένα αντίβαρο στον φόβο, οπότε μεταχειρίσθηκα αυτόν τον έναν παράγοντα κατά του άλλου. Όταν εμφανίσθηκαν καλές ενδείξεις για την καταλληλότητα της στιγμής, όρισα ότι η θεραπευτική αγωγή πρέπει να αποπερατωθεί σε ένα τακτό διάστημα, ανεξάρτητα από την πρόοδο που θα έχει συντελεσθεί» (σελ. 242).

Ο Βόλσφμαν ήταν ένας νεαρός Ρώσος πλούσιος αριστοκράτης, ηλικίας 23 ετών, που είχε βαριά νεύρωση, με επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική του υγεία. Ο Ράττενμαν ήταν ένας 30χρονος Βιεννέζος δικηγόρος, ο οποίος από μικρή ηλικία εμφάνιζε ψυχαναγκαστικές ιδέες και άγχη, με αποτέλεσμα την εμφάνιση εμποδίων στην επαγγελματική και προσωπική του εξέλιξη. Το όνομα ‘Ράττενμαν’ –ο άνθρωπος με τα ποντίκια- του το έδωσε ο ίδιος ο Φρόυντ από μια ιστορία που του αφηγήθηκε, όπως την είχε ακούσει ο ίδιος και η οποία έπαιξε ρόλο στην έκρηξη της συμπτωματολογίας του. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ιστορία, στην Ανατολή για τον σωφρονισμό των στρατιωτών αναποδογύριζαν  σφιχτά στον πισινό τους μια χύτρα γεμάτη ποντίκια, που είχαν ως μόνη διέξοδο την εισχώρηση στον πρωκτό τους. Η περίπτωση του Σρέμπερ περιλαμβάνει συμπτώματα υποχονδρίας, τα οποία βαθμιαία κατέληξαν σε μορφή βασανιστικής μανίας καταδίωξης. Έβλεπε τον εαυτό του μέσα από παραισθήσεις ως θύμα ομοφυλοφιλικών επιθέσεων.  

 

Πηγή:

Τρία ιστορικά ασθενείας. Ο Ράττενμαν. Ο Πρόεδρος Σρέμπερ. Ο Βόλφσμαν. Φρόυντ. Επίκουρος.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Ψυχαναγκαστικές ιδέες, κατά τον Φρόυντ

 «Ο ορισμός που έδωσα το 1896 στις ψυχαναγκαστικές ιδέες, ότι είναι ‘μεταμορφωμένες αυτομομφές που επιστρέφουν από την απώθηση και σχετίζονται πάντοτε με μια σεξουαλική πράξη των παιδικών χρόνων η οποία είχε εκτελεστεί με ηδονή’, σήμερα μου φαίνεται τυπικά ευπρόσβλητος, αν και έχει συντεθεί από τα πιο καλά στοιχεία. […] Στην πραγματικότητα είναι πιο ορθό να μιλούμε για ‘ψυχαναγκαστικό σκέπτεσθαι’ και να υπογραμμίζουμε ότι τα ψυχαναγκαστικά μορφώματα είναι δυνατόν να έχουν την αξία των πιο ποικιλόμορφων ψυχικών πράξεων. Μπορούν να προσδιοριστούν ως επιθυμίες, πειρασμοί, παρορμήσεις, στοχασμοί, αμφιβολίες, εντολές και απαγορεύσεις. Οι ασθενείς έχουν γενικά την τάση να μετριάζουν τη βεβαιότητα αυτού του προσδιορισμού και να παρουσιάζουν το στερημένο από τις συναισθηματικές ενδείξεις περιεχόμενο ως ψυχαναγκαστική ιδέα. Ένα παράδειγμα τέτοιας μεταχείρισης μιας επιθυμίας μας προσέφερε σε μια από τις πρώτες συνεδρίες ο ασθενής μας, καθώς υποβίβασε την επιθυμία απλώς σε νοητική σύνδεση» (σελ. 99-100).

«Η εμπειρία διδάσκει ότι τα όνειρα είναι δυνατόν να δώσουν το πραγματικό κείμενο της ψυχαναγκαστικής εντολής κλπ., το οποίο σε κατάσταση αγρύπνιας έγινε γνωστό μόνο σε ακρωτηριασμένη και παραποιημένη μορφή, όπως σε ένα παραμορφωμένο τηλεγράφημα. Αυτά τα κείμενα εμφανίζονται στο όνειρο ως ομιλία, παρά τον κανόνα ότι τα λόγια στο όνειρο προέρχονται από ομιλίες της ημέρας. Κατά την ψυχαναλυτική παρακολούθηση ενός ιστορικού ασθενείας αποκτούμε την πεποίθηση ότι συχνά πολλές διαδοχικές, αλλά στη λεκτική τους διατύπωση μη ταυτόσημες ψυχαναγκαστικές ιδέες είναι κατά βάθος μια και η αυτή. Η ψυχαναγκαστική ιδέα αποκρούσθηκε την πρώτη φορά με επιτυχία, επανέρχεται όμως παραμορφωμένη, δεν αναγνωρίζεται και ακριβώς λόγω της παραμόρφωσής της μπορεί ίσως να ανταπεξέλθει καλύτερα στον αμυντικό αγώνα. Η αρχική μορφή όμως είναι η σωστή, αυτή που αφήνει να φανεί το νόημά της ασυγκάλυπτο. Όταν με πολύ κόπο έχουμε εξηγήσει μια ακατανόητη ψυχαναγκαστική ιδέα, ακούμε μερικές φορές από τον ασθενή ότι μια αυθόρμητη ιδέα, μια επιθυμία ή ένας πειρασμός όπως ο κατασκευασμένος εμφανίστηκε πράγματι μια φορά πριν από την ψυχαναγκαστική ιδέα, αλλά δεν μπόρεσε να κρατηθεί» (σελ. 102).  

Η ψυχαναγκαστική ιδέα εμφανίζεται παραμορφωμένη έναντι της αρχικής λεκτικής μορφής τα ίχνη του πρωτογενούς αμυντικού αγώνα. «Η παραμόρφωσή της την κάνει ικανή να ζήσει, διότι η συνειδητή σκέψη είναι αναγκασμένη να την παρεξηγήσει, ακριβώς όπως παρανοεί και το ονειρικό περιεχόμενο, που είναι και αυτό ένα προϊόν συμβιβασμού και παραμόρφωσης και από την άγρυπνη σκέψη εξακολουθεί να παρεξηγείται» (σελ. 103).

Μια από τις ψυχικές ανάγκες των ψυχαναγκαστικών είναι η ανάγκη για την αβεβαιότητα στη ζωή ή για την αμφιβολία. Η δημιουργία της αβεβαιότητας αποτελεί μια μέθοδο που χρησιμοποιεί η νεύρωση για να βγάλει το άτομο από την πραγματικότητα και να το απομονώσει από τον κόσμο. «Η ψυχαναγκαστική νεύρωση εκμεταλλεύεται στο έπακρο την αβεβαιότητα της μνήμης για τον σχηματισμό συμπτωμάτων. […] Οι σκέψεις τους είναι απασχολημένες συνεχώς με τη διάρκεια της ζωής και τη δυνατότητα θανάτου άλλων ανθρώπων, οι προληπτικές τους τάσεις δεν είχαν πρώτα άλλο περιεχόμενο και ίσως δεν έχουν ποτέ άλλη προέλευση. Προπάντων όμως χρειάζονται τη δυνατότητα θανάτου για τη λύση των συγκρούσεων που άφησαν άλυτες. Το ουσιαστικό τους γνώρισμα είναι η ανικανότητά τους να αποφασίσουν, ιδιαίτερα στο ζήτημα της αγάπης, τείνουν να αναβάλλουν κάθε απόφαση και στον δισταγμό τους για την επιλογή ενός προσώπου ή μέτρων εναντίον ενός προσώπου πρότυπό τους γίνεται κατ’ ανάγκη το παλαιό δικαστήριο του γερμανικού Ράιχ, όπου οι δίκες συνήθως τελείωναν με τον θάνατο των διάδικων πριν από τη δικαστική απόφαση» (σελ. 115-116).

 

Πηγή:

Τρία ιστορικά ασθενείας. Ο Ράττενμαν. Ο Πρόεδρος Σρέμπερ. Ο Βόλφσμαν. Φρόυντ. Επίκουρος.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

 

Διαβάζοντας την «Υποχονδρία»

Τέσσερα κείμενα

 

«Το παρόν τετράδιο αφιερώνεται στο αίνιγμα της υποχονδρίας. Νόσος, άγχος, ψυχικό σύμπτωμα;

 

Στο πρώτο άρθρο η Μαρίλια Αιζενστάιν- Αβέρωφ και ο Alain Gibeault χτίζουν μια μεταψυχολογική μελέτη του υποχονδριακού φαινομένου, απομακρυνόμενοι από την εμμονική εικόνα της νόσου και του συμπτώματος.

Η Μαρίλια Αιζενστάιν- Αβέρωφ στο δεύτερο άρθρο, ως συνέχεια του πρώτου, εμβαθύνει στην έννοια της ψυχικής υποχονδριακής λύσης, που βρίσκει μια θέση ανάμεσα σε μια τραυματισμένη ανήμπορη ψυχή και σε ένα σώμα υπό το διαρκές επεξηγηματικό ψυχικό άκουσμα.

Ο Γιώργος Σταθόπουλος την προσεγγίζει σαν ένα νεόπλαστο αντικείμενο, σαν ένα πέρασμα, όπου η ψυχή προσπαθεί να εντάξει μέσα της ένα σώμα που διαρκώς της διαφεύγει. Η υποχονδρία μπορεί έτσι να λειτουργήσει ως μεταφορά του ψυχαναλυτικού ακούσματος και ως δυνητική διαδικασία ψυχικού εμπλουτισμού.

Ο Mischel Fain συλλογίζεται επί του εντεύθεν της υποχονδρίας και υποθέτει τη δημιουργία θυλάκων έγκλειστου αυτοερωτισμού, μάρτυρες παιδικών ψυχικών τραυμάτων που οδηγούν σε δύσκαμπτες παθολογικές άμυνες λόγω ελλειμματικών στηριγμάτων.

Η υποχονδρία εμφανίζεται όταν διακόπτεται η φυσιολογική σιωπή του σώματος από αισθήσεις που παρερμηνεύονται ως φορείς ολέθριων θανατηφόρων μηνυμάτων και δομείται σαν ένα ναρκισσιστικό αντικείμενο μέσα στους απόηχους πρωτογενών εμπειριών με άγχη αφανισμού, τόσο του ίδιου του εαυτού όσο και του περιβάλλοντος» (από το οπισθόφυλλο).

Η υποχονδρία μας δείχνει την ανάγκη να διακρίνουμε ανάμεσα στη δυσαρέσκεια και τον πόνο. Το υποχονδριακό άγχος προέρχεται από μια «ανεπαρκή επένδυση της δυσαρέσκειας που εμποδίζει την οργάνωση μιας καθυστέρησης στην ικανοποίηση: από όπου και η υπερεπένδυση του πόνου, δίχως ιστορική διάσταση» (σελ. 21).

Ο υποχονδριακός θα πρέπει να πείσει τον συνομιλητή του για την ποιότητα και την ένταση των πόνων του. Το άτομο πιστεύει ότι η γλώσσα είναι πολύ φτωχή για να περιγράψει τις αισθήσεις του, ενώ οι αισθήσεις είναι κάτι το μοναδικό, κάτι που είναι ανέφικτο να το περιγράψει κάποιος. Ο υστερικός δείχνει μια μακάρια αδιαφορία, χωρίς να ανησυχεί για τα συμπτώματα που εμφανίζει σε αισθητηριακό ή κινητικό επίπεδο. Ο υποχονδριακός «κατακλύζεται από συναισθήματα, χωρίς να έχει στη διάθεσή του αναπαραστάσεις», ενώ ο υστερικός καταφέρνει να εξαφανίσει το συναίσθημα, διατηρώντας όμως τις αναπαραστάσεις. Η υποχονδρία για τον Φρόυντ συνδέεται με την απόσυρση της ναρκισσιστικής λίμπιντο και τη συσσώρευσή της στο εγώ. Επομένως, για τον υποχόνδριο, «το εγώ χάνει τις ικανότητές του για σύνδεση και βρίσκεται αντιμέτωπο με τη συσσώρευση μιας ποσότητας διέγερσης μη συνδεδεμένης». (σελ. 27-28).

 

Πηγή:

Αϊζενστάιν- Αβέρωφ, Μ., Gibeault, A.- Fain, M. & Σταθόπουλος, Γ. 2020. Υποχονδρία. Τέσσερα κείμενα. Εκδόσεις Άγρας.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Ο υποχόνδριος σε θεραπεία

Στο άρθρο της Μαρίλιας Αιζενστάιν- Αβέρωφ και του Alain Gibeault, περιγράφεται μια μελέτη περίπτωσης του Charles, ο οποίος εμφανίζει έντονα άγχη  και βασανιστικούς υποχονδριακούς πόνους τους τελευταίους έξι μήνες. Νιώθει ότι θα χάσει το μυαλό του, ότι έχει απώλειες μνήμης και διαταραχές όρασης, νιώθει αφόρητους πόνους στην κοιλιά και πιστεύει ότι έχει καρκίνο. Πιστεύει ότι οι γιατροί αρνούνται να του πουν την αλήθεια. Εστιάζει τόσο πολύ στους πόνους που βιώνει που δεν μπορεί να σκεφθεί κάτι άλλο. 



«Αυτή η εμμονή προσβλέπει στο να θέσει σε απόσταση κάθε ιδέα που θα μπορούσε να θυμίσει τις πολλαπλές απώλειες που υπέστη εδώ και κάποιον καιρό» (σελ. 30). Ο συγκεκριμένος άνθρωπος είχε βιώσει τον χωρισμό από μια σχέση που είχε ξεκινήσει πριν ενάμιση χρόνο. Για αυτόν ήταν μια έντονη ερωτική σχέση, όπου του έδειχνε τις ορμές της. Είχε βιώσει αρκετή ικανοποίηση μαζί της, αλλά ταυτόχρονα άρχισε να νιώθει φόβο εξαιτίας των ερωτικών της απαιτήσεων. «Απέναντι στην παθητικότητα, ερχόταν αντιμέτωπος με μια ομοφυλοφιλία, που έθετε σε αμφισβήτηση όλες του τις ταυτίσεις. Η μαζικότητα του άγχους τον οδήγησε βίαια σε μια απόπειρα αυτοκτονίας μέσω λήψης φαρμάκων, για την οποία νοσηλεύτηκε» (σελ. 31). Η ρήξη με τη φίλη του έφερε στην επιφάνεια την απώλεια της γυναίκας του, πριν δύο χρόνια από καρκίνο. Τότε και ο ίδιος θεωρούσε ότι έχει καρκίνο, αλλά το ξεπέρασε όταν γνώρισε αυτή τη φίλη του. Τα υποχονδριακά συμπτώματα έρχονται στην επιφάνεια κάθε φορά που βρίσκεται σε μια πιο παθητική κατάσταση.

«Ο φόβος ότι είναι άρρωστος τον οδηγούσε στην πεποίθηση ότι είναι όντως, κάτι που τον έβαζε σε μέγιστο άγχος, αλλά είχε το πλεονέκτημα να τον προφυλάσσει από κάθε απρόβλεπτη έκπληξη που θα τον κατέκλυζε, όπως μπορούν να το κάνουν τα γεγονότα της ζωής. Η υποχονδριακή λύση, όσο επώδυνη και αν μπορεί να είναι, προσεγγίζει έτσι μια ερμηνεία του κόσμου, κοντινή στην παράνοια, όπου η εγκατάσταση ενός συστήματος επιτρέπει έναν έλεγχο του εαυτού και του άλλου» (σελ. 34).

Μέσα από τη σκέψη ότι έχει καρκίνο, ο συγκεκριμένος ασθενής συνδεόταν με όλα τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής του: τον πατέρα του, που πέθανε από καρκίνο και για τον οποίο ένιωθε θαυμασμό και απογοήτευση, τη μητέρα του, που πάντα ήταν μια γυναίκα με ορμές και από την οποία είχε κακές αναμνήσεις και ένιωθε ανεπιθύμητο παιδί. Αυτά τα βιώματα είχαν ως αποτέλεσμα να βιώσει κατάθλιψη κατά την παιδική του ηλικία.

 

Πηγή:

Αϊζενστάιν- Αβέρωφ, Μ., Gibeault, A.- Fain, M. & Σταθόπουλος, Γ. 2020. Υποχονδρία. Τέσσερα κείμενα. Εκδόσεις Άγρας.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

 

Διαβάζοντας: «Δεσμός, τραύμα & ψυχική ανθεκτικότητα»

Θεραπευτική φροντίδα για παιδιά σε αναδοχή και υιοθεσία

Των Kate Cairns & Brian Cairns

 

«Η Kate και ο Brian Cairns είναι κοινωνικοί λειτουργοί και επαγγελματίες εκπαιδευτές. Είναι γονείς, επίσης. Αρκετά χρόνια πριν η οικογένειά τους, στην οποία υπήρχαν ήδη βιολογικά παιδιά, ανέλαβε με αναδοχή σε διάστημα 25 χρόνων ακόμα 12 παιδιά, τα οποία ως σήμερα παραμένουν μέλη της.

Σε αυτό το σημαντικό και συναρπαστικό βιβλίο αντλούν από τον πλούτο της προσωπικής και επαγγελματικής τους εμπειρίας, ώστε να προσφέρουν μια εικόνα της πραγματικότητας της οικογενειακής ζωής με παιδιά τα οποία έχουν ζήσει με δυσβάσταχτο στρες. Μέσα από συγκεκριμένα περιστατικά περιγράφουν με παραστατικό τρόπο το πώς η οικογένεια ανταποκρίθηκε στις ανάγκες παιδιών που εκφράζουν δυνατά συναισθήματα και εκδηλώνουν δύσκολες συμπεριφορές, ως αποτέλεσμα των δυσκολιών στον δεσμό, της απώλειας, της κακοποίησης και του τραύματος» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

«… Έντονα συναισθήματα. Επιθυμία. Οργή. Φόβος. Πώς μας αλλάζουν, αυτά τα τρία, σύγκορμα. Η αδρεναλίνη στα ύψη, τεντωμένα νεύρα, οι αισθήσεις εστιασμένες… δεν είμαστε, αληθινά, ποτέ ξανά οι ίδιοι, τα μοτίβα του εγκεφάλου μας μεταβάλλονται για πάντα από τη δύναμη που μας κινεί» (σελ. 25-26).

Τι επιθυμούμε; Τα αντικείμενα του δεσμού μας.

Αν η επιθυμία αυτή δεν ικανοποιηθεί… τότε εμφανίζεται η οργή…

Και μετά την οργή εμφανίζεται ο φόβος… γιατί η φαντασία μας αναρωτιέται: κι αν εγκαταλειφθώ;

Ένα βιβλίο που περιγράφει όλα τα συναισθήματα που νιώθουν τα παιδιά που δεν έχουν την επιλογή να μεγαλώσουν με τη φυσική τους οικογένεια: φόβος, τρόμος, θλίψη, μοναξιά, οργή, λύπη, συγκινήσεις… αλλά και συμπόνια, εσωτερική γαλήνη, χαρά και ηρεμία…

«Και στον πυρήνα της καρδιάς, η γαλήνη. Ένας άνθρωπος έχει δημιουργηθεί. Σε έναν κόσμο τυχαιότητας και αλλαγής, η αγάπη θριαμβεύει» (σελ. 27).

Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν διαταραχές δεσμού εμφανίζουν αρκετές δυσκολίες: τίποτα δεν είναι εύκολο ή απλό.

 

Πηγή:

Kate Cairns & Brian Cairns. 2023. Δεσμός, τραύμα & ψυχική ανθεκτικότητα. Θεραπευτική φροντίδα για παιδιά σε αναδοχή και υιοθεσία. Εκδόσεις Αρμός.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Κυριακή 14 Απριλίου 2024

Πώς το «άτομο-πρόσωπο» μετατρέπεται σε «άτομο-γραναζάκι» σε μια αλλοτριωμένη εποχή

Ζούμε σε μια εποχή που ψάχνουμε τον σωστό επιθετικό προσδιορισμό για να τη χαρακτηρίσουμε, προκειμένου να αναδείξουμε τα προτερήματά της ή από την άλλη για να υπογραμμίσουμε τα κακώς κείμενά της, ούτως ώστε να τα διορθώσουμε. Έτσι, ακούμε ένθεν κι ένθεν άλλοτε ότι η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως η εποχή της πληροφόρησης ή της παρα-πληροφόρησης, της νεωτερικότητας ή της μετα-νεωτερικότητας, του ναρκισσισμού, της ρευστότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της τεχνολογίας και της προόδου, του ανθρωπισμού ή του μετα-ανθρωπισμού, της αλλοτρίωσης κοκ. Επιτρέψτε μας να σταθούμε στον τελευταίο χαρακτηρισμό. 

 

Ο ψυχίατρος Γ. Γαλανός στο βιβλίο του με τίτλο άγχος είχε γράψει τα εξής παρακάτω λόγια, τα οποία εξακολουθούν να παραμένουν επίκαιρα:

«Ο σπουδαστής, νιώθει να ’ναι μπλεγμένος σ’ έναν μηχανισμό που τον έχει κάνει στόχο του, και τον βομβαρδίζει με “γνώσεις”, και πληροφορίες, αγνοώντας την ανθρώπινη υπόστασή του. Αισθάνεται την εξουθενωτική διαδικασία μιας άγνωστης δυνάμεως που προσπαθεί να τον κάνει να μην είναι αυτός ο ίδιος, αλλά ένα “γραναζάκι”, και μια “ροδέλα” σ’ ένα σύστημα –που αντλεί τη δύναμή του κάπου απροσδιόριστα. Νιώθει να σβήνει η βούλησή του, η “ελευθερία” του, η ατομικότητά του, να ισοπεδώνεται, και να γίνεται “τέτοιος που τον θέλουν”, και τον “χρειάζονται”, για να μπει κι αυτός μετά στο σύστημα της παραγωγής, της διαφημίσεως, του κέρδους, της καταναλώσεως, χωρίς πουθενά, και ποτέ να φαίνεται ο ίδιος. Και αυτό είναι η ανυπαρξία της προσωπικότητας, το σβήσιμο του Εγώ, το λιώσιμο της ελευθερίας, η εκμηδένιση της συνειδήσεως, η απονέκρωση του ψυχικού και του συναισθηματικού, ο μηδενισμός του είναι, η αλλοτρίωση όπως την είπαν…»

Επομένως, η εκπαίδευση, δηλαδή ένα από τα σημαντικότερα αγαθά, ανάγκη και δικαίωμα του ανθρώπου, αντί να βοηθήσει τον άνθρωπο να αναπτύξει την προσωπικότητά του και να γίνει ελεύθερος, τον οδηγεί στο να μετατραπεί σε ένα γραναζάκι του συστήματος και να ισοπεδωθεί, να αλλοτριωθεί. Συσχετίζεται, λοιπόν, η εκπαίδευση του ανθρώπου με τα συστήματα παραγωγής της κοινωνίας και αυτό που επικρατεί είναι η αλλοτρίωση, η αποξένωση του ανθρώπου από τους άλλους και ακόμη χειρότερα από τον ίδιο του τον εαυτό!

Το να χαθεί η επαφή με τον εαυτό, συνεπάγεται απώλεια όχι σε ένα επίπεδο, αλλά σε πολλαπλά. Το άτομο – πρόσωπο διαρρηγνύει τους δεσμούς του με τα συναισθήματά του, τις ανάγκες του και τις επιθυμίες του. Χάνει τους στόχους του και τη νοηματοδότηση της ζωής του. Μετατρέπεται σε ένα γραναζάκι μιας μηχανής, όπου ανά πάσα στιγμή μπορεί πολύ εύκολα να αντικατασταθεί με ό, τι αυτό μπορεί να σημαίνει για το ίδιο και για όσους άλλους εξαρτώνται από αυτό (παιδιά, συγγενείς κοκ). Καθώς, τα χρόνια περνούν τα γραναζάκια φθείρονται και ενώ η αντικατάστασή τους, αλλά και η επαναχρησιμοποίησή τους μέχρι πρότινος ήταν εύκολη, σιγά σιγά καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη.

Σε συστήματα κοινωνιών που λειτουργούν βάσει οικονομικών νόμων όπως αυτόν της προσφοράς και της ζήτησης, τα άτομα δεν εκλαμβάνονται ως πρόσωπα, αλλά ως γραναζάκια, τα οποία παρεμπιπτόντως είναι περισσότερα από όσα μπορεί να χρησιμοποιήσει  το σύστημα παραγωγής και οργάνωσης. Ως εκ τούτου, τα άτομα-γραναζάκια συνθλίβονται και οδηγούνται σε έναν αγώνα δρόμου επιβίωσης και όχι ευ ζην, που τα εξωθεί στην απεμπόληση ή την καταπάτηση βασικών και θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων τους. 

Ο ανθρωπισμός έχει παρα-δώσει τη θέση του στον κυνισμό και διοικούν άτομα που έχουν εμποτισθεί απ’ αυτόν, τα οποία όμως δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι κι αυτά σε ένα τέτοιο σύστημα είναι αναλώσιμα και κάποια στιγμή έτσι διε-φθαρμένα και αποκαμωμένα θα αντικατασταθούν, όπως ακριβώς αντικαθίστανται και τα άτομα-γραναζάκια.

 

Πηγή:

Γιάννης Γ. Γαλανος, 1976, Το άγχος, Εκδόσεις: Μπαρμουνάκης Χ., Αθήνα.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.